«Χαρίζονται κόκκινες γόβες. Ολοκαίνουργιες, φορεμένες μόνο κατά τη διάρκεια του σεξ.»





«Χαρίζονται κόκκινες γόβες. Ολοκαίνουργιες, φορεμένες μόνο κατά τη διάρκεια του σεξ.»

- Αυτό μόνο θα αναφέρουμε στην αγγελία;  ρώτησε η υπάλληλος.

- Ναι, προσθέστε και το τηλέφωνο μου και είμαστε εντάξει.


  

«Θα πληρώσετε με μετρητά ή με κάρτα;» ρώτησε η υπάλληλος.

«Ορίστε; Συγγνώμη, δεν πρόσεχα, δεν σας άκουσα».   

«Τις γόβες σας, κυρία μου θα τις πληρώσετε με μετρητά ή με κάρτα;» ξαναρώτησε στον ίδιο τόνο η υπάλληλος.

«Ναι, με συγχωρείτε, με κάρτα».
  
    Την πρώτη μέρα της αγοράς των παπουτσιών εκείνος της ζήτησε να τα φοράει κατά τη διάρκεια του έρωτα. Εκείνη τη μέρα τη θυμούνται ακόμα και οι δύο! Όσο περνούσε ο καιρός όμως εκείνος της απαγόρευε να φοράει τις γόβες εκτός σπιτιού και της επέβαλε να τις φοράει συνεχώς όταν έκαναν έρωτα. Εκείνη στην αρχή δεν θέλησε να του χαλάσει το χατίρι και υπάκουσε, όμως με τον καιρό διαπίστωνε την κρυφή του λατρεία για τις κόκκινες γόβες και πως αυτή σαν προσωπικότητα μπήκε σε δεύτερη χρήση. Άρχισε έτσι μια εσωτερική κόντρα με τις θηλυκές κόκκινες γόβες ώσπου έφτασε στο σημείο να μη φτάνει σε οργασμό και απλά να προσποιείται όταν εκείνος απ’τη μεριά του έφτανε στην κορύφωση. Τις στιγμές που εκείνος αποχωρούσε απ’ τον χώρο και πήγαινε στο ντουζ εκείνη πετούσε με μανία τις γόβες κάτω στο πάτωμα, κάποια φορά μάλιστα προσπάθησε να σπάσει το ένα απ’ τα δύο τακούνια, μάταια όμως εκείνες φάνταζαν να έχουν περισσότερη δύναμη απ’ αυτήν.

    Μια άλλη φορά, όταν εκείνος της ζήτησε πάνω στα προκαταρκτικά να τις φορέσει εκείνη απάντησε πως τις έχει δανείσει σε μια φίλη και τότε εκείνος με μιας απομακρύνθηκε και συρρικνώθηκε τόσο πολύ που της υπενθύμιζε διαρκώς την ανυπακοή της για πολλές μέρες!

Το τέλος της δύστροπης ετούτης σχέσης δεν άργησε να φανεί και το αποκορύφωμα της ήταν όταν εκείνος της ζήτησε να του δώσει τις κόκκινες. Εκείνη όμως προφασίστηκε ένα ακόμα ψέμα πως τις είχε πετάξει, άλλωστε είχαν πάψει από καιρό τη σωματική επαφή μεταξύ τους.
  
   Της είχε γίνει συνήθεια σε καθημερινή βάση να ανοίγει το κουτί με τις κόκκινες και απλώς να κοιτάζει, στην αρχή το βλέμμα της ήταν παγερό, με τον καιρό όμως εύκολα διαπίστωνες μια κρυφή φλόγα πάθους. Τις ανέβασε σε ένα βωμό λατρείας και ηδονής και εύκολα έπεσε στα δίχτυα των κόκκινων θηλυκών γοβών της που είχε αγοράσει.

   Διάνυσε πολλά χιλιόμετρα θλίψης αγνοώντας την πτώση της. Μέχρι που… μέχρι τη στιγμή που ξύπνησε εν τέλει και διαπίστωσε πόσο μακριά είχε φτάσει.




«Θα πληρώστε με μετρητά ή με κάρτα;» ρώτησε η υπάλληλος.  

«Συγγνώμη, δεν σας άκουσα, τι μου είπατε;»

«Για την αγγελία σας λέω θα πληρώσετε με μετρητά ή με κάρτα;» ρώτησε στο ίδιο ύφος η υπάλληλος.

«Ξέρετε μετάνιωσα, δεν θέλω να καταχωρήσω την αγγελία, σας ευχαριστώ!» είπε εκείνη και πήρε μαζί της τη σακούλα που κρατούσε απ’ το πρωί με τις κόκκινες. Βγήκε απ’ το κτίριο και στάθηκε μπροστά στον κάδο σκουπιδιών, χωρίς πολλές σκέψεις τις άφησε εκεί δίπλα.

  
   Στρίβοντας από τη γωνία έριξε μια τελευταία ματιά, είδε πως μια άλλη γυναίκα τώρα κρατούσε τη δική της σακούλα με τις κόκκινες.





Εύη Γκάλαβου 2019


Σχόλια